Τελ. ενημέρωση:

   29-Sep-2000
 

Αρχ Ελλ Ιατρ, 17(1), Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2000, 35-43

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ

Η αντιπηκτική αγωγή στην κολπική μαρμαρυγή

Γ.Β. ΝΤΟΥΝΗΣ, Α.Ι. ΚΑΡΑΒΙΔΑΣ
Τμήμα Καρδιολογίας, ΠΓΝΑ "Γ. Γεννηματάς"

 

Τα επιδημιoλογικά δεδομένα της μελέτης Framingham έχουν δείξει ότι η κολπική μαρμαρυγή αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου περιφερικής εμβολής. Για το λόγο αυτό, διεξήχθησαν κλινικές μελέτες με σκοπό την αξιολόγηση της αντιθρομβωτικής αγωγής σε αυτή την ομάδα ασθενών. Από τις διεξαχθείσες τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες προκύπτει ότι για κάθε 1.000 θεραπευόμενους ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή, τα κουμαρινικά αντιπηκτικά προλαβαίνουν 30 αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, ενώ η ασπιρίνη είναι λιγότερο αποτελεσματική και προλαβαίνει 18 εγκεφαλικά επεισόδια, ετησίως. Αν και δεν έχουν διεξαχθεί κλινικές μελέτες, με σκοπό τον προσδιορισμό του επιθυμητού επιπέδου αντιπηκτικής αγωγής, από τα υπάρχοντα δεδομένα προκύπτει ότι τιμές ΙNR 2,0–3,0 εξασφαλίζουν τον άριστο συνδυασμό αντιθρομβωτικής δράσης και αιμορραγικού κινδύνου. Η ανάπτυξη συστημάτων διαστρωμάτωσης του εμβολικού κινδύνου που διατρέχουν οι ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή, δίνει τη δυνατότητα στον κλινικό γιατρό να εντοπίσει εκείνους τους ασθενείς που θα ωφεληθούν περισσότερο από την αντιπηκτική αγωγή. Ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή διάρκειας >48 ωρών, οι οποίοι πρόκειται να υποβληθούν σε ηλεκτρική ή φαρμακευτική ανάταξη της αρρυθμίας, πρέπει να τίθενται σε αντιπηκτική αγωγή για τρεις εβδομάδες πριν από την ανάταξη και για τέσσερις εβδομάδες μετά από την αποκατάσταση του φλεβοκομβικού ρυθμού. Παρόμοια τακτική απαιτείται και για τους ασθενείς με κολπικό πτερυγισμό.

Λέξεις ευρετηρίου: Αντιπηκτική αγωγή, Κλινικές δοκιμές, Κολπική μαρμαρυγή.


© Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής