Τελ. ενημέρωση:

   24-Mar-2005
 

Αρχ Ελλ Ιατρ, 21(6), Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2004, 502-527

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ

Αυτοαντισώματα και αυτοαντιγόνα σχετιζόμενα με την αυτοάνοση ηπατίτιδα
και την επαγόμενη από τους ιούς ηπατιτίδων αυτοάνοση απόκριση

Γ.Ν. Νταλέκος
Ερευνητικό Εργαστήριο Παθολογίας και Ηπατολογικό Ιατρείο, Ιατρικό Τμήμα, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Λάρισα

Σημαντικά εργαλεία στην κλινική πράξη και στη μελέτη της παθογένειας των αυτοάνοσων ηπατικών παθήσεων Η αυτοάνοση ηπατίτιδα (AH) αποτελεί μια όχι ιδιαίτερα σπάνια (επιπολασμός στη βόρεια Ευρώπη που κυμαίνεται μεταξύ 160-170 περιπτώσεων/106 κατοίκους) χρονία νεκροφλεγμονώδη ηπατική νόσο άγνωστης αιτιολογίας, που οδηγεί σε προοδευτική καταστροφή του ήπατος, με αποτέλεσμα τη συχνή μετάπτωση σε κίρρωση και την αυξημένη θνητότητα,ιδιαίτερα αν η νόσος δεν διαγνωστεί έγκαιρα και αφεθεί χωρίς θεραπεία. Η νόσος χαρακτηρίζεται από την παρουσία (α) ανθρώπινων λευκοκυτταρικών αντιγόνων (HLA A1-B8-DR3 και HLA DR4), (β) σημαντικού βαθμού υπεργαμμασφαιριναιμίας και (γ) διαφόρων μη οργανοειδικών αυτοαντισωμάτων (non-organ specific autoantibodies), καθώς και σχετιζόμενων με το ήπαρ αυτοαντισωμάτων (liver-related autoantibodies). Η αιτιολογία της νόσου είναι άγνωστη. Η ανίχνευση των ανωτέρω αυτοαντισωμάτων εξακολουθεί να αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο για τη διάγνωση της ΑΗ σε ασθενείς με χρονία ή οξεία ηπατική νόσο και απουσία ιολογικών, μεταβολικών, γενετικών και τοξικών παραγόντων σχετιζόμενων με ηπατική βλάβη. Περιγράφεται η τρέχουσα ταξινόμηση και τα διάφορα αυτο-αντισώματα και τα αυτοαντιγόνα-στόχοι αυτών, που έχουν αναφερθεί στην ΑΗ, καθώς και οι τρέχουσες απόψεις σχετικά με τη σημασία των ανωτέρω δεικτών στη διαφορική διάγνωση και τη μελέτη της παθογένειας της ΑΗ. Η ΑΗ ταξινομείται σε δύο κύριες υποκατηγορίες, την ΑΗ τύπου 1 (ΑΗ-1) και την ΑΗ τύπου 2 (ΑΗ-2). Η πρώτη χαρακτηρίζεται από την παρουσία αντισωμάτων έναντι λείων μυϊκών ινών (SMA) ή και αντιπυρηνικών αντισωμάτων (ΑΝΑ). Η ανίχνευση αντισωμάτων κατά του κυτταροπλάσματος των ουδετεροφίλων (ANCA), αντισωμάτων κατά του υποδοχέα της ασιαλογλυκοπρωτεΐνης (αντι-ASGP-R) και αντισωμάτων κατά διαλυτών αντιγόνων ήπατος ή ήπατος-παγκρέατος (αντι-SLA/LP) μπορεί να βοηθήσει στην ταυτοποίηση ασθενών με ΑΗ που είναι αρνητικοί για ΑΝΑ/SMA. Η ΑΗ-2 χαρακτηρίζεται από την παρουσία ειδικών αυτοαντισωμάτων κατά μικροσωμίων ήπατος-νεφρών (αντι-LKM-τύπου 1 ή σπάνια τύπου 3) ή και αντισωμάτων κατά κυτοσολίων ήπατος τύπου 1 (αντι-LC1). Τα αντι-LKM-1 και αντι-LKM-3 ανιχνεύονται επίσης σε ορισμένους ασθενείς με χρονία ηπατίτιδα C (HCV) ή D, αντίστοιχα. Tο κυτόχρωμα P450 2D6 (ΚYΤP450 2D6) έχει χαρακτηριστεί ως το αυτοαντιγόνο-στόχος των αντι-LKM-1 στις περισσότερες περιπτώσεις τόσο ΑΗ-2 όσο και HCV-λοίμωξης. Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει την έκφραση του ΚYΤP450 2D6 στην επιφάνεια των ηπατοκυττάρων, υποδεικνύοντας έναν ενδεχόμενο ρόλο αυτών των αντισωμάτων στην παθογένεια της ηπατικής βλάβης ασθενών με ΑΗ ή αντι-LKM-1(+)/HCV(+) ασθενών. Το αυτοαντιγόνο-στόχος των αντι-LKM-3 έχει ταυτοποιηθεί ως η οικογένεια 1 των UDP-γλυκουρονικών τρανσφερασών. Για τους παραπάνω λόγους, η διάκριση μεταξύ ΑΗ και χρονίας ιογενούς ηπατίτιδας (ειδικά της HCV-λοίμωξης) έχει ιδιαίτερη κλινική σημασία. Πρόσφατα, ταυτοποιήθηκε το αυτοαντιγόνο των αντι-SLA/LP ως μια πρωτεΐνη 50 kDa (UGA-suppressor tRNA). Το αυτοαντιγόνο των αντι-LC1 έχει επίσης προσδιοριστεί ως η φορμινινοτρανσφεράση της κυκλοδεαμινάσης, που αποτελεί ειδικό ένζυμο του ήπατος. Μέχρι στιγμής, μόνο οι τίτλοι των αντι-ASGP-R και των αντι-LC1 αυτοαντισωμάτων φαίνεται να έχουν κλινική σημασία, καθώς σχετίζονται με τη βαρύτητα της ΑΗ, την απάντηση στη θεραπεία, καθώς και την πρόγνωση ενδεχόμενων υποτροπών μετά από τη διακοπή της ανοσοκαταστολής. Το γεγονός αυτό πιθανόν να υποδηλώνει συμμετοχή των αντι-ASGP-R και των αντι-LC1 στην παθογένεια της ηπατοκυτταρικής βλάβης. Σε γενικές γραμμές, όμως, τα αυτοαντισώματα που ανιχνεύονται στην ΑΗ δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως δείκτες παρακολούθησης της νόσου, καθώς δεν αποτελούν προγνωστικούς δείκτες της δραστηριότητας του νοσήματος ή της έκβασής του. Εκτενής αναφορά γίνεται επίσης στις τρέχουσες απόψεις μιας ειδικής μορφής ΑΗ, που αναπτύσσεται σε ένα σπάνιο γενετικό σύνδρομο, το σύνδρομο της αυτοάνοσης πολυενδοκρινοπάθειας τύπου 1, που συνδυάζεται με υποτροπιάζουσα καντιντίαση βλεννογόνων-δέρματος και εξωδερματική δυστροφία (autoimmune polyendocrinopathy-candidiasis-ectodermal dystrophy syndrome, APECED). AH παρατηρείται στο 10-20% των περιπτώσεων APECED. Τα χαρακτηριστικά αυτοαντισώματα που ανιχνεύονται στην ΑΗ στο πλαίσιο του APECED είναι κατά μικροσωμίων ήπατος (αντι-LM). Παρόμοια αυτοαντισώματα έχουν βρεθεί σε περιπτώσεις φαρμακευτικής ηπατίτιδας από διυδραλαζίνη. Και στις δύο καταστάσεις, το αυτοαντιγόνο-στόχος των αντι-LM είναι το κυτόχρωμα P450 1A2. Το γεγονός αυτό υποδεικνύει ότι παρόμοιοι αυτοάνοσοι μηχανισμοί μπορεί να οδηγήσουν σε ηπατοκυτταρική καταστροφή σε γενετικά ευαίσθητα άτομα ανεξάρτητα από την πρωτογενή διαταραχή. Ο χαρακτηρισμός του «ρεπερτορίου» του συστήματος «αυτοαντιγόνο- αυτοαντίσωμα» συνεχίζει να αποτελεί ένα ελκυστικό και σημαντικό εργαλείο πρόσβασης για την ορθή διάγνωση και για τη σε βάθος μελέτη του μέχρι στιγμής άλυτου μυστηρίου της ρήξης της ηπατικής ανοσιακής ανοχής, που οδηγεί στην έναρξη και στην κλινική έκφραση της ΑΗ.

Λέξεις ευρετηρίου: ΑΝΑ, ANCA, Αντι-ASGP-R, Αντι-LC1, Αντι-LKM, Αντι-LM, Αντι-SLA/LP, Αυτοάνοση ηπατίτιδα, Ηπατίτιδα C, Ηπατίτιδα D, Κυτόχρωμα P450 1A2, Κυτόχρωμα P450 2A6, Κυτόχρωμα P450 2D6, SMA, Σύνδρομο αυτοάνοσης πολυενδοκρινοπάθειας τύπου 1, Φορμινινοτρανσφεράση της κυκλοδεαμινάσης, UDP-γλυκουρονική τρανσφεράση, UGA-suppressor-tRNA.


© Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής